Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Kittel
01
kittel, λευκή τελετουργική ρόμπα
a knee-length, white robe-like garment worn by Jewish men during religious ceremonies or special occasions
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
kittel, λευκή τελετουργική ρόμπα