Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
confectioners' sugar
/kənfɛkʃənɚz ʃʊɡɚ/
/kənfɛkʃənəz ʃʊɡə/
Confectioners' sugar
01
ζάχαρη άχνη, ζάχαρη ζαχαροπλαστικής
a finely ground sugar that is commonly used in baking and confectionery
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
ζάχαρη άχνη, ζάχαρη ζαχαροπλαστικής