Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Old chestnut
01
παλιό αστείο, κουρασμένη ιστορία
a joke, story, or topic of discussion that has become repetitive and uninteresting
Παραδείγματα
Oh no, not that old chestnut again! I've heard that story a thousand times.
Ωχ όχι, όχι πάλι αυτή η παλιά ιστορία! Έχω ακούσει αυτή την ιστορία χίλιες φορές.
He keeps bringing up that old chestnut about his high school glory days whenever we get together.
Συνεχίζει να αναφέρει αυτή την παλιά ιστορία για τις μέρες δόξας του στο λύκειο κάθε φορά που συναντιόμαστε.



























