Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Book smart
01
λόγιος, διανοούμενος
an educated person who has extensive knowledge on a subject through reading and studying
Παραδείγματα
In the trivia competition, John 's book smarts paid off. He answered questions confidently and accurately, showcasing his extensive knowledge.
Στο διαγωνισμό trivia, η βιβλική ευφυΐα του Τζον απέδωσε. Απάντησε στις ερωτήσεις με αυτοπεποίθηση και ακρίβεια, επιδεικνύοντας την εκτενή γνώση του.
James is known for his booksmarts. He always has his nose in a book and can provide detailed explanations on a wide range of topics.
Ο James είναι γνωστός για τη βιβλική του εξυπνάδα. Έχει πάντα τη μύτη του βυθισμένη σε ένα βιβλίο και μπορεί να παρέχει λεπτομερείς εξηγήσεις σε ένα ευρύ φάσμα θεμάτων.



























