Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Bookcase
01
βιβλιοθήκη, ράφι βιβλίων
a piece of furniture that contains shelves for holding books
Παραδείγματα
She organized her novels neatly on the bookcase in the living room.
Οργάνωσε τα μυθιστορήματά της τακτοποιημένα στην βιβλιοθήκη στο σαλόνι.
The bookcase was full of textbooks, with barely any space left.
Η βιβλιοθήκη ήταν γεμάτη σχολικά βιβλία, με ελάχιστο χώρο που απέμεινε.
Λεξικό Δέντρο
bookcase
book
case



























