Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Dental record
01
οδοντιατρικό αρχείο, στοματολογικό ιστορικό
a document that contains a patient's dental health history, treatments, procedures, and other important information
Παραδείγματα
The dentist updated her dental record after the check-up.
Ο οδοντίατρος ενημέρωσε το οδοντικό της αρχείο μετά τον έλεγχο.
Dental records are essential for tracking oral health.
Τα οδοντικά αρχεία είναι απαραίτητα για την παρακολούθηση της στοματικής υγείας.



























