LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Border patrol
/bˈɔːdə pɐtɹˈəʊl/
/bˈoːɹdɚ pɐtɹˈoʊl/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "border patrol"
Border patrol
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a group of officers who patrol the borders of a country
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
border on
border leicester
border district
border collie
border
border patrolman
border terrier
bordered
borderer
borderland
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App