Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
papaya whip
01
χρώμα παπάγιας whip, απόχρωση παπάγιας whip
having a light and warm shade of pale orange or beige, reminiscent of the color of ripe papaya fruit
Παραδείγματα
The bedroom walls were painted in a soothing papaya whip shade.
Οι τοίχοι του υπνοδωματίου ήταν βαμμένοι σε ένα χαλαρωτικό απόχρωσο χυμός παπάγιας.
Her summer dress featured a light and airy papaya whip color.
Το καλοκαιρινό της φόρεμα είχε ένα ελαφρύ και αεράτο χρώμα χυμός παπάγιας.



























