Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
be to
01
πρέπει, προγραμματίζεται
used for expressing possibility or for indicating something that is due to happen or take place
Παραδείγματα
The president is to arrive in the country tomorrow.
Ο πρόεδρος πρόκειται να φτάσει στη χώρα αύριο.
If we are to win this game, we must play our best.
Αν πρέπει να κερδίσουμε αυτό το παιχνίδι, πρέπει να παίξουμε το καλύτερο δυνατό.
1.1
πρέπει, οφείλω
used to express necessity or obligation
Παραδείγματα
You are to complete this project by Friday.
Πρέπει να ολοκληρώσετε αυτό το έργο μέχρι την Παρασκευή.
All employees are to wear identification badges while on company premises.
Όλοι οι εργαζόμενοι πρέπει να φορούν σήματα ταυτότητας ενώ βρίσκονται στις εγκαταστάσεις της εταιρείας.



























