Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
to magic away
[phrase form: magic]
01
κάνω να εξαφανιστεί σαν με μαγεία, μαγικά εξαλείφω
to make something disappear instantly as if by magic
Παραδείγματα
He took out his imaginary wand and pretended to magic the worries away.
Έβγαλε το φανταστικό του ραβδί και προσποιήθηκε ότι έκανε να εξαφανιστούν οι ανησυχίες σαν με μαγεία.
I wish I could magic away my stress and anxiety.
Μακάρι να μπορούσα να κάνω να εξαφανιστούν σαν μαγικά το άγχος και η ανησυχία μου.



























