Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Maggot
01
σκουλήκι, προνύμφη
a soft and legless larva of a dipterous insect, such as a housefly, which could be found in decaying organic matter
Λεξικό Δέντρο
maggoty
maggot
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
σκουλήκι, προνύμφη
Λεξικό Δέντρο