LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Boche
/bˈɒtʃ/
/ˈbɑtʃ/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "boche"
Boche
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
offensive term for a person of German descent
word family
boche
boche
Noun
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
bocconia frutescens
boccie ball
boccie
bocci ball
bocci
bock
bock beer
bod
bodacious
boddhisatva
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App