Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Day trip
01
ημερήσια εκδρομή, ταξίδι μιας ημέρας
a journey that is completed within a single day, without requiring an overnight stay
Παραδείγματα
We 're planning a day trip to the beach this weekend to soak up some sun and enjoy the ocean breeze.
Σχεδιάζουμε μια ημερήσια εκδρομή στην παραλία αυτό το Σαββατοκύριακο για να απολαύσουμε τον ήλιο και τον ωκεάνιο αέρα.
My family enjoys taking day trips to nearby national parks to hike and explore the natural beauty of our region.
Η οικογένειά μου απολαμβάνει να κάνει ημερήσια ταξίδια σε κοντινά εθνικά πάρκα για πεζοπορία και εξερεύνηση της φυσικής ομορφιάς της περιοχής μας.



























