Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Realignment
01
επαναπροσανατολισμός, προσαρμογή
the action of changing one's opinions, beliefs, etc. to be like those of another person or group
Λεξικό Δέντρο
realignment
alignment
align
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
επαναπροσανατολισμός, προσαρμογή
Λεξικό Δέντρο