Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Bit player
01
συμπληρωματικός ηθοποιός, καμαριέρης
an actor with a small or minor role in a film, TV show, or play
Παραδείγματα
Although she was a bit player in the film, her performance was praised for its subtlety.
Παρόλο που ήταν μια μικρή ηθοποιός στην ταινία, η απόδοσή της επαινέθηκε για τη λεπτότητά της.
The director cast him as a bit player to bring authenticity to the background scenes.
Ο σκηνοθέτης τον έβαλε ως επιλαχόντα ηθοποιό για να φέρει αυθεντικότητα στις σκηνές του φόντου.



























