Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Froglet
01
νεαρός βάτραχος, βάτραχος που έχει αναπτυχθεί πρόσφατα από γυρίνο
a young frog, which has recently developed from a tadpole
Λεξικό Δέντρο
froglet
frog
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
νεαρός βάτραχος, βάτραχος που έχει αναπτυχθεί πρόσφατα από γυρίνο
Λεξικό Δέντρο