LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Bluebill
/ˈbluːbɪl/
/ˈbluːbɪl/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "bluebill"
Bluebill
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
diving ducks of North America having a bluish-grey bill
word family
blue
bill
bluebill
bluebill
Noun
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
blueberry yogurt
blueberry soup
blueberry root
blueberry pie
blueberry bush
bluebird
bluebonnet
bluebottle
bluecoat
bluefaced leicester
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App