Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Wristwatch
01
ρολόι χεριού, βραχιόλι ρολόι
a watch that is worn strapped to the wrist
Λεξικό Δέντρο
wristwatch
wrist
watch
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
ρολόι χεριού, βραχιόλι ρολόι
Λεξικό Δέντρο
wrist
watch