Winged
volume
British pronunciation/wˈɪŋd/
American pronunciation/ˈwɪŋd/

Ορισμός και Σημασία του "winged"

01

possessing or having wings, typically associated with the ability to fly

02

very fast; as if with wings

download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store