Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
windless
01
άνεμος, ήρεμος
calm and without any noticeable movement of air
Παραδείγματα
The lake was completely windless, reflecting the clear blue sky perfectly.
Η λίμνη ήταν εντελώς άνεμος, αντανακλώντας τέλεια τον καθαρό γαλάζιο ουρανό.
The windless conditions made it difficult for the sailors to navigate their boats.
Οι άνεμες συνθήκες έκαναν δύσκολο για τους ναυτικούς να πλοηγήσουν τις βάρκες τους.
Λεξικό Δέντρο
windlessness
windless
wind



























