White-haired
volume
British pronunciation/wˈaɪthˈeəd/
American pronunciation/wˈaɪthˈɛɹd/

Ορισμός και Σημασία του "white-haired"

white-haired
01

showing characteristics of age, especially having grey or white hair

white-haired definition and meaning
02

favorite

download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store