Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Wassailer
01
προσφέρων τοστ, άτομο που πίνει για την υγεία ή την επιτυχία κάποιου ή κάποιας επιχείρησης
someone who proposes a toast; someone who drinks to the health of success of someone or some venture
02
κρασοπότης, μεθύστακας
someone who enjoys riotous drinking
Λεξικό Δέντρο
wassailer
wassail



























