LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Vampirism
/vˈæmpaɪəɹˌɪzəm/
/vˈæmpaɪɚɹˌɪzəm/
Noun (2)
Ορισμός και Σημασία του "vampirism"
Vampirism
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
the actions or practices of a vampire
02
belief in the existence of vampires
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
vampire literature
vampire bat
vampire
vamper
vamp up
van
van beethoven
van bogaert encephalitis
van de velde
van der waal's forces
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App