Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
upper-class
01
ανώτερης τάξης, αριστοκρατικός
relating to those with the highest level of wealth and social status in society
Παραδείγματα
The upper-class family owned multiple properties and traveled frequently for leisure.
Η οικογένεια της ανώτερης τάξης διέθετε πολλαπλές ιδιοκτησίες και ταξίδευε συχνά για αναψυχή.
Upper-class individuals often have access to exclusive clubs and luxury amenities.
Τα άτομα της ανώτερης τάξης έχουν συχνά πρόσβαση σε αποκλειστικά κλαμπ και πολυτελή παροχές.



























