LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Blast trauma
/blˈast tɹˈɔːmə/
/blˈæst tɹˈɔːmə/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "blast trauma"
Blast trauma
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
injury caused the explosion of a bomb (especially in enclosed spaces)
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
blast out
blast off
blast furnace
blast from the past
blast
blast wave
blasted
blastema
blastemal
blastematic
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App