Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Upbringing
01
ανατροφή, εκπαίδευση
the manner in which a child is raised, including the care, guidance, and teaching provided by parents or guardians
Παραδείγματα
A loving and supportive upbringing can have a lasting impact on a child's confidence.
Μια αγαπητική και υποστηρικτική ανατροφή μπορεί να έχει μια διαρκή επίδραση στην αυτοπεποίθηση ενός παιδιού.
His strict upbringing taught him discipline but also made him reserved.
Η αυστηρή ανατροφή του τον δίδαξε πειθαρχία αλλά τον έκανε και συνεσταλμένο.
Λεξικό Δέντρο
upbringing
bringing



























