Unsatiably
volume
British pronunciation/ʌnsˈeɪʃabli/
American pronunciation/ʌnsˈeɪʃæbli/

Ορισμός και Σημασία του "unsatiably"

01

in an insatiable manner; with persistence but without satisfaction

02

to an insatiable degree

example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store