Unaffectedness
volume
British pronunciation/ʌnɐfˈɛktɪdnəs/
American pronunciation/ʌnɐfˈɛktᵻdnəs/

Ορισμός και Σημασία του "unaffectedness"

Unaffectedness
01

not affected; a personal manner that is not consciously constrained

example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store