LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Uma
/ˈuːmə/
/ˈjumə/
Noun (2)
Ορισμός και Σημασία του "uma"
Uma
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
fringe-toed lizard
02
a benevolent aspect of Devi; `splendor'
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
um
ulvophyceae
ulvales
ulvaceae
ulva
uma notata
umami
umayyad
umbel
umbel-like
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App