Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Bitter orange
01
πικρή πορτοκαλιά, νεράντζι
a citrus fruit with a tart and slightly bitter flavor
Παραδείγματα
Adding a few drops of bitter orange essential oil to my bath helps me relax and unwind after a long day.
Η προσθήκη μερικών σταγόνων αιθέριου ελαίου από πικρή πορτοκαλιά στο μπάνιο μου με βοηθά να χαλαρώσω και να ξεκουραστώ μετά από μια μακρά ημέρα.
Bitter orange peel is a great addition to my herbal remedies.
Η φλούδα της πικρής πορτοκαλιάς είναι μια εξαιρετική προσθήκη στα φυτικά μου φάρμακα.
02
πικρή πορτοκαλιά, νεράντζι
any of various common orange trees yielding sour or bitter fruit; used as grafting stock



























