LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Triumvirate
/tɹaɪˈʌmvɪɹˌeɪt/
/tɹaɪˈəmvɝət/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "triumvirate"
Triumvirate
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a group of three men responsible for public administration or civil authority
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
triumvir
triumphantly
triumphant
triumphalist
triumphalism
triune
trivalent
trivet
trivia
trivial
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App