tourism
tou
ˈtʊ
του
ri
ρι
sm
zəm
ζαμ
British pronunciation
/ˈtʊərɪzəm/

Ορισμός και σημασία του "tourism"στα αγγλικά

01

τουρισμός, τουριστική βιομηχανία

‌the business of providing accommodation, services and entertainment for people who are visiting a place for pleasure
tourism definition and meaning
example
Παραδείγματα
Government policies are encouraging the growth of rural tourism.
Οι κυβερνητικές πολιτικές ενθαρρύνουν την ανάπτυξη του αγροτικού τουρισμού.
The natural beauty of the island makes it a hot spot for tourism.
Η φυσική ομορφιά του νησιού το καθιστά καυτό σημείο για τον τουρισμό.
02

τουρισμός, ταξίδι για απόλαυση

the activity of traveling to different places for enjoyment, sightseeing, or relaxation
example
Παραδείγματα
Tourism increases during the holiday season when people take vacations.
Ο τουρισμός αυξάνεται κατά τη διάρκεια της περιόδου των διακοπών όταν οι άνθρωποι πηγαίνουν σε διακοπές.
The museum was built to encourage tourism in the region.
Το μουσείο χτίστηκε για να ενθαρρύνει τον τουρισμό στην περιοχή.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store