Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
topically
01
θεματικά, με τρόπο που σχετίζεται με το θέμα
in a way that is related to the subject being discussed
Παραδείγματα
The article addressed the issue topically, focusing on recent developments in the field.
Το άρθρο ανέλυσε το θέμα θεματικά, εστιάζοντας στις πρόσφατες εξελίξεις στον τομέα.
The news report covered the event topically, highlighting key moments and reactions.
Η ειδησεογραφική αναφορά κάλυψε την εκδήλωση θεματικά, επισημαίνοντας βασικές στιγμές και αντιδράσεις.
02
τοπικά
directly onto a specific area of the body
Παραδείγματα
The doctor instructed the patient to apply the anti-itch cream topically to the affected area.
Ο γιατρός διέταξε τον ασθενή να εφαρμόσει την αντιαφριστική κρέμα τοπικά στην πληγείσα περιοχή.
The pharmacist recommended using the antibiotic eye drops topically to treat the bacterial infection.
Ο φαρμακοποιός συνέστησε τη χρήση των αντιβιοτικών σταγόνων για τα μάτια τοπικά για τη θεραπεία της βακτηριακής λοίμωξης.
Λεξικό Δέντρο
topically
topical
topic



























