LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Toothless
/tˈuːθləs/
/ˈtuθɫəs/
Adjective (2)
Ορισμός και Σημασία του "toothless"
toothless
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
φαφούτης
lacking teeth
toothed
02
lacking power, strength, or effectiveness
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App