Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Theme park
01
θεματικό πάρκο, πάρκο ψυχαγωγίας
a large park, with machines and games that are all related to a single concept, designed for public entertainment
Παραδείγματα
They spent the day riding roller coasters at the theme park.
Πέρασαν την ημέρα τους καβαλώντας τρενάκια στο θεματικό πάρκο.
A visit to a theme park is a fun activity for families.
Μια επίσκεψη σε ένα θεματικό πάρκο είναι μια διασκεδαστική δραστηριότητα για οικογένειες.



























