Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
thankful
01
ευγνώμων, ευγνωμονών
feeling or expressing gratitude or appreciation for something received or experienced
Παραδείγματα
She was thankful for the support of her family during difficult times.
Ήταν ευγνώμων για την υποστήριξη της οικογένειάς της σε δύσκολους καιρούς.
He felt thankful for the opportunity to pursue his passion.
Ευγνώμων, αισθάνθηκε ευγνωμοσύνη για την ευκαιρία να ακολουθήσει το πάθος του.
Λεξικό Δέντρο
thankfully
thankfulness
unthankful
thankful
thank



























