Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
textual
01
κειμενικός, σχετικός με το κείμενο
relating to or concerning written or printed material
Παραδείγματα
The textual analysis of the novel focused on themes of identity and belonging.
Η κειμενική ανάλυση του μυθιστορήματος επικεντρώθηκε στα θέματα της ταυτότητας και της συμμετοχής.
The textual evidence supported the author's argument in the essay.
Η κειμενική απόδειξη υποστήριξε το επιχείρημα του συγγραφέα στο δοκίμιο.



























