Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
to tear down
[phrase form: tear]
01
κατεδαφίζω, καταστρέφω
to destroy something completely
Transitive: to tear down sth
Παραδείγματα
The decision to tear down the old stadium was met with mixed reactions.
Η απόφαση να γκρεμιστεί το παλιό γήπεδο συναντήθηκε με ανάμικτες αντιδράσεις.
The hurricane tore down many trees and power lines.
Ο τυφώνας κατέστρεψε πολλά δέντρα και γραμμές ηλεκτρικού ρεύματος.



























