Sylphic
volume
British pronunciation/sˈɪlfɪk/
American pronunciation/sˈɪlfɪk/

Ορισμός και Σημασία του "sylphic"

01

(of a woman or girl) slender and graceful like a sylph

word family

sylph

sylph

Noun

sylphic

Adjective
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store