Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
sunless
01
χωρίς ήλιο, σκοτεινός
clouded or obscured, often creating a gloomy or overcast atmosphere
Παραδείγματα
The sunless sky loomed overhead, promising rain and a gloomy day ahead.
Ο χωρίς ήλιο ουρανός επικρατούσε από πάνω, υπόσχεται βροχή και μια θλιμμένη μέρα που έρχεται.
The sunless afternoon felt heavy with the weight of impending storms.
Το χωρίς ήλιο απόγευμα αισθανόταν βαρύ με το βάρος των επερχόμενων καταιγίδων.
Λεξικό Δέντρο
sunless
sun



























