Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
suicidal
01
αυτοκτονικός, με αυτοκτονικές σκέψεις
having thoughts or intentions about ending one's own life
Παραδείγματα
He sought help from a therapist when he started experiencing suicidal thoughts.
Ζήτησε βοήθεια από έναν θεραπευτή όταν άρχισε να βιώνει αυτοκτονικές σκέψεις.
The hotline offers support for those struggling with suicidal feelings.
Η γραμμή βοήθειας προσφέρει υποστήριξη σε όσους παλεύουν με αυτοκτονικές σκέψεις.
02
αυτοκτονικός, θανατηφόρος
dangerous and likely to be fatal; likely to cause a disaster
Λεξικό Δέντρο
suicidal
suicide



























