LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Strawboard
/stɹˈɔːbɔːd/
/stɹˈɔːboːɹd/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "strawboard"
Strawboard
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a coarse yellow cardboard made of straw pulp
word family
strawboard
strawboard
Noun
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
strawberry-shrub family
strawberry tree
strawberry preserves
strawberry pigweed
strawberry mark
strawflower
strawman
strawworm
stray
strayer
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App