Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Stoutness
01
παχυσαρκία, υπερβολική παχύτητα
the property of excessive fatness
02
στερεότητα, αποφασιστικότητα
the property of being strong and resolute
Λεξικό Δέντρο
stoutness
stout
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
παχυσαρκία, υπερβολική παχύτητα
στερεότητα, αποφασιστικότητα
Λεξικό Δέντρο