LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Spiccato bowing
/spɪkˈɑːtəʊ bˈaʊɪŋ/
/spɪkˈɑːɾoʊ bˈaʊɪŋ/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "spiccato bowing"
Spiccato bowing
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
bowing in such a way that the bow bounces lightly off the strings
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
spiccato
spicate
spica
spic-and-span
spic
spice
spice cake
spice cookie
spice rack
spice tree
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App