Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
to belt out
[phrase form: belt]
01
τραγουδώ δυνατά και τολμηρά, εκφράζω δυνατή μουσική ενέργεια
to sing loudly and boldly, expressing strong musical energy
Παραδείγματα
The Broadway actress can belt the show tunes out with incredible power.
Η ηθοποιός του Μπρόντγουεϊ μπορεί να τραγουδήσει δυνατά τις μελωδίες της παράστασης με απίστευτη δύναμη.
He surprised everyone when he started to belt out a rock ballad.
Εξέπληξε όλους όταν άρχισε να τραγουδάει δυνατά μια ροκ μπαλάντα.



























