Spaced-out
volume
British pronunciation/spˈeɪstˈaʊt/
American pronunciation/spˈeɪstˈaʊt/

Ορισμός και Σημασία του "spaced-out"

spaced-out
01

confused or disoriented as if intoxicated through taking a drug

02

stupefied by (or as if by) some narcotic drug

example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store