Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
sourish
01
ξινουδάτος, ελαφρώς ξινός
having a slight sour taste or quality, but not strongly so
Παραδείγματα
The apple had a sourish taste, hinting at its unripe nature.
Το μήλο είχε μια ολίγον ξινή γεύση, υποδηλώνοντας την άγουρή του φύση.
The sauce was slightly sourish, which balanced well with the sweetness of the dish.
Η σάλτσα ήταν ελαφρώς ξινή, που ισορροπούσε καλά με τη γλυκιά γεύση του πιάτου.
Λεξικό Δέντρο
sourish
sour



























