sociologically
so
ˈsoʊ
σου
cio
sɪə
σια
lo
lɑ:
λα
gica
ʤɪk
τζικ
lly
li
λι
British pronunciation
/sˈə‍ʊsɪəlˈɒd‍ʒɪkli/

Ορισμός και σημασία του "sociologically"στα αγγλικά

sociologically
01

κοινωνιολογικά, από κοινωνιολογική άποψη

regarding the scientific study of human society
example
Παραδείγματα
The phenomenon was examined sociologically, considering its impact on societal structures and norms.
Το φαινόμενο εξετάστηκε κοινωνιολογικά, λαμβάνοντας υπόψη την επίδρασή του στις κοινωνικές δομές και νόρμες.
The social dynamics within a community were analyzed sociologically, exploring relationships and interactions.
Οι κοινωνικές δυναμικές μέσα σε μια κοινότητα αναλύθηκαν κοινωνιολογικά, εξερευνώντας σχέσεις και αλληλεπιδράσεις.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store