LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Slumbrous
/slˈʌmbɹəs/
/slˈʌmbɹəs/
Adjective (2)
Ορισμός και Σημασία του "slumbrous"
slumbrous
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
inclined to or marked by drowsiness
02
quiet and tranquil
word family
slumbrous
slumbrous
Adjective
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
slumbery
slumberous
slumberer
slumber party
slumber
slumgullion
slumlord
slummy
slump
slumped
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App