Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Slogan
01
σλόγκαν, ρύθμιση
a short memorable phrase that is used in advertising to draw people's attention toward something
Παραδείγματα
The company 's slogan " Just Do It " became synonymous with their brand, inspiring millions of athletes worldwide.
Το σλόγκαν της εταιρείας "Just Do It" έγινε συνώνυμο της μάρκας τους, εμπνέοντας εκατομμύρια αθλητές σε όλο τον κόσμο.
The politician 's slogan focused on hope and change, aiming to rally voters for the upcoming election.
Το σλόγκαν του πολιτικού επικεντρώθηκε στην ελπίδα και την αλλαγή, με στόχο να συγκεντρώσει τους ψηφοφόρους για τις επερχόμενες εκλογές.



























